Πριν λίγες μέρες, βρέθηκα σ’ ένα μικρό χωριό, εκεί που όλα μοιάζουν πιο απλά, εκεί που αφήνεις τα σοκάκια να γίνουν ο οδηγός σου. Και τότε ήρθε η μυρωδιά: Ένα μείγμα από καμένο ξύλο και φρεσκοψημένο ψωμί. Ήταν τόσο γνώριμη, τόσο οικεία, που χωρίς να το σκεφτώ, την ακολούθησα.
Έφτασα σε έναν παραδοσιακό, παλιό φούρνο, με τοίχους που έμοιαζαν να έχουν απορροφήσει χρόνια γεμάτα κόπο, μεράκι και ιστορίες. Ο ξυλόφουρνος έτριζε απαλά και ο φούρναρης, ένας κύριος με γλυκό χαμόγελο και χέρια αλευρωμένα, μου έδωσε ένα καρβέλι που μόλις είχε βγει. Ήταν ζεστό, τραγανό, με εκείνη την αίσθηση που έχει μόνο το ψωμί που βγαίνει από τη φωτιά.
Το κράτησα και για μια στιγμή όλα σταμάτησαν. Θυμήθηκα πώς, μικρό παιδί, έτρεχα στον φούρνο του χωριού μου. Πώς στεκόμουν μπροστά στον ξυλόφουρνο, περιμένοντας το ψωμί να βγει, ανυπομονώντας να δαγκώσω την πρώτη μπουκιά. Το ίδιο συναίσθημα, τόσα χρόνια μετά. Ο παλιός ξυλόφουρνος είχε πάντα μια δική του μαγεία - άλλο άρωμα, άλλη γεύση, άλλη θαλπωρή. Και το καρβέλι που με λαχτάρα περίμενα ήταν κάτι παραπάνω από ψωμί. Ήταν η παράδοση, η αξία του αυθεντικού, τα ζεστά χαμόγελα, η απλότητα της καθημερινότητας.
Καθώς έφευγα από τον φούρνο ένιωσα ευγνωμοσύνη γι’ αυτή τη μικρή γεύση από το παρελθόν. Κάποιες στιγμές δεν χρειάζονται πολλά λόγια. Ένα ζεστό καρβέλι ψωμί, έναν παλιό ξυλόφουρνο και μία αίσθηση νοσταλγίας που έρχεται απρόσκλητη, χωρίς προειδοποίηση. Είναι αυτά τα μικρά, απλά πράγματα που πάντα θα έχουν τη δύναμη να γεμίζουν την καρδιά μας με ζεστασιά και να μας θυμίζουν όσα αξίζουν πραγματικά...